Δευτέρα, 22 Σεπτεμβρίου, 2025

ΑρχικήΔιαχείριση ΥδάτωνΑφαλάτωση: Ξηρασία και προοπτικές

Αφαλάτωση: Ξηρασία και προοπτικές

Η παρατεταμένη ανομβρία των τελευταίων ετών έχει προκαλέσει αρκετά προβλήματα στη χώρα μας και ειδικά στις νησιωτικές περιοχές, οι οποίες αδυνατούν να καλύψουν τις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες κατά τη διάρκεια των τουριστικών περιόδων, με την εγκατάσταση μονάδων αφαλάτωσης να είναι ίσως μια λύση-μονόδρομος.

Του κ. Π. Σαμπατακάκη*

Το υδρολογικό έτος που διανύουμε (15 Οκτ. 2023 – 15 Οκτ. 2024) και που τελειώνει σε λίγες ημέρες χαρακτηρίζεται ως έτος ξηρασίας, υπό την έννοια ότι το συνολικό ύψος βροχόπτωσης στις περισσότερες περιοχές ήταν μικρότερο κατά 25% από τον μέσο όρο.

Η χώρα μας παρακολουθεί με επιστημονικές μεθόδους τις διακυμάνσεις των βροχοπτώσεων (επί το ορθότερο το ύψος υετού, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις) από τη δεκαετία του 1860.

Από την περίοδο αυτή η πιο έντονη μείωση βροχοπτώσεων καταγράφηκε το υδρολογικό έτος 1989 – 1990, σε μια περίοδο που οι συνολικές αρδευτικές – υδρευτικές ανάγκες της Ελλάδας ήταν ασυγκρίτως μικρότερες.

Για παράδειγμα, την περίοδο γύρω στο 1990 οι συνολικές ανάγκες του λεκανοπεδίου της Αττικής (ή καλύτερα των διασυνδεμένων δικτύων ύδρευσης με την τότε ΕΥΔΑΠ) δεν ξεπερνούσαν τα 650.000 κυβικά μέτρα το 24ωρο. Σήμερα αυτές οι ανάγκες έχουν διαμορφωθεί πάνω από τα 1.150.000 κυβικά. Επίσης οι αρδευτικές ανάγκες έχουν αυξηθεί από το 1990 κατά 35%, με βάση τις αρδευτικές εκτάσεις που προστέθηκαν. Από την άλλη, η πορεία των βροχοπτώσεων και κυρίως των χιονοπτώσεων είναι σταθερά φθίνουσα κατά μέσο όρο, με αύξηση των οριακά ξηρών ετών.

Επιχειρώντας μια γεωγραφική καταγραφή των αυξητικών τάσεων στην ύδρευση, οι τουριστικές παράκτιες περιοχές, ηπειρωτικές και νησιωτικές, είναι αυτές που έχουν πολλαπλασιάσει τις ανάγκες σε νερό.

Επίσης, οι περιοχές που παραδοσιακά ήταν στην κορυφή των αρδευτικών δραστηριοτήτων παραμένουν στη θέση αυτή με ακόμα περισσότερες ανάγκες. Δεν απουσιάζουν βέβαια και περιοχές στις οποίες καταβλήθηκε προσπάθεια μείωσης της κατανάλωσης χωρίς να περισταλούν οι γεωργικές δραστηριότητες, με αναβάθμιση των μεθόδων άρδευσης από πλευράς αγροτών.

Φυσικά, στον τομέα της μείωσης της σπατάλης μπορούν να γίνουν πολλά σε ατομικό επίπεδο, αλλά και σε συλλογικό, με τη διαχείριση των δικτύων αλλά και με τον τρόπο τιμολόγησης του νερού εκ μέρους των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.). Συγκεκριμένα θα πρέπει να διαφοροποιείται το νερό ύδρευσης, το οποίο αποτελεί βιοτικό αγαθό (οδηγία 2000/60), από το «επιχειρηματικό» νερό, το οποίο αξιοποιείται από μια επιχείρηση η οποία κερδίζει από τη χρήση του.

Η φετινή ξηρασία έφερε επιτακτικά στο προσκήνιο μια συζήτηση σχετικά με τις τουριστικές περιοχές που γνωρίζουν αλματώδη ανάπτυξη και όπου πλέον οι εγχώριοι υδατικοί πόροι, με οποιονδήποτε τρόπο και εάν αξιοποιηθούν, αδυνατούν να καλύψουν τις καλοκαιρινές ανάγκες σε νερό. Το γεγονός αυτό αποτελεί πλέον πραγματικότητα στο μεγαλύτερο μέρος των Κυκλάδων (και όχι μόνο).

Οι εμμονές και οι καθυστερήσεις δυστυχώς είναι μεγάλες στο να αποδεχτούμε μια πραγματικότητα και να παρέμβουμε έγκαιρα, αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες. Σε αρκετούς δήμους διοχετεύεται στο υδρευτικό δίκτυο νερό εντελώς ακατάλληλο για κάθε χρήση από πλευράς αλατότητας, ενώ θα μπορούσε να είχε εγκατασταθεί μονάδα αφαλάτωσης. Ένα υφάλμυρο νερό με αγωγιμότητα μεγαλύτερη από 4.000 μS / cm, οφειλόμενη κυρίως στο χλωριούχο νάτριο, μπορεί να ζημιώσει τους καταναλωτές πολλαπλά, με τις ζημιές που θα προκληθούν στις οικιακές συσκευές και στον εξοπλισμό.

Σε αρκετές περιπτώσεις τα επιχειρήματα για την άρνηση χρήσης της αφαλάτωσης συνδέονται είτε με το ενεργειακό κόστος είτε με την ποιότητα του παραγόμενου νερού. Σε ότι αφορά την πρώτη περίπτωση, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) έχουν να προσφέρουν σημαντική βοήθεια προς την κατεύθυνση ενός λογικού κόστους. Επίσης σε αρκετές περιπτώσεις οι γεωλογικές δομές της χώρας προσφέρουν άφθονα υφάλμυρα νερά ανεκμετάλλευτα, τα οποία καταλήγουν στο θαλάσσιο χώρο. Η εκμετάλλευσή τους δίνει τη δυνατότητα να είναι αρκετά περιορισμένο το ενεργειακό κόστος της αφαλάτωσης.

 

Η χωροθέτηση των μονάδων αφαλάτωσης δεν είναι κατ’ ανάγκη υποχρεωτικό να γίνεται μόνο στην ακτή ή κοντά σε αυτή. Σήμερα η υδρογεωλογική έρευνα έχει τη δυνατότητα να εντοπίσει στο «εσωτερικό» της ενδοχώρας και αρκετά χιλιόμετρα μακριά από την ακτογραμμή υφάλμυρους υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες, των οποίων η αλατότητα δεν οφείλεται σε υπεραντλήσεις αλλά σε φυσικά αίτια.

Αυτά τα υπόγεια νερά δύνανται να τύχουν μιας καλά στοχευμένης εκμετάλλευσης μέσω αφαλάτωσης και να αποδοθούν για χρήση. Φυσικά ένα σημαντικό πρόβλημα το οποίο δεν μπορεί να παραλειφθεί είναι η διαχείριση του αλμόλοιπου και μάλιστα στις περιπτώσεις όπου οι εγκαταστάσεις απέχουν σημαντικά από το θαλάσσιο χώρο.

Στο πρόσφατο παρελθόν, με πρόταση της Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ, πρώην Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών [ΙΓΜΕ]) ήδη από το 2012, έχει εφαρμοστεί σε συγκεκριμένη μονάδα αφαλάτωσης η μέθοδος της διοχέτευσης του αλμόλοιπου σε παρακείμενη γεώτρηση, σε κατάλληλη απόσταση και πετρώματα, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ομαλή κατείσδυση του αλμόλοιπου σε απόσταση ασφάλειας σε σχέση με την «ακτίνα επίδρασης» της αντλούμενης γεώτρησης. Αυτό αποκλείει να προκληθεί «σύλληψη» του αλμόλοιπου, που θα επιφέρει βλάβη στις μεμβράνες ώσμωσης.

Το αφαλατωμένο νερό, στην αρχική μορφή επεξεργασίας του, είναι βέβαιο ότι δεν διαθέτει την πλούσια γκάμα των ιχνοστοιχείων που διαθέτει το υπόγειο νερό, λόγω αποθήκευσης του τελευταίου εντός των υδροφόρων πετρωμάτων, όπου βρίσκεται σε ιοντική ανταλλαγή με το ορυκτολογικό υλικό.

Ένα αφαλατωμένο νερό είναι άριστης ποιότητας για κάθε οικιακή χρήση εκτός από την πόσι. Όμως, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της ΕΑΓΜΕ σε συγκεκριμένη νησιωτική περιοχή του Αιγαίου, προτείνεται μια μέθοδος απλή και χωρίς κανένα κόστος: Ο φυσικός εμπλουτισμός του αφαλατωμένου νερού με αργή διέλευση μέσω δεξαμενής πληρωμένης με ποικιλία λιθολογικής σύστασης κροκαλών, έτσι ώστε να εξέρχεται νερό που να έχει εμπλουτιστεί δεόντως με τα απαραίτητα ιχνοστοιχεία.

Κλείνοντας αυτό το άρθρο και με τις δεδομένες συνθήκες αφενός των διαρκώς αυξανόμενων αναγκών σε νερό και αφετέρου της σταδιακής μείωσης των διαθέσιμων φυσικών αποθεμάτων νερού, οι νέες τεχνολογίες θα πρέπει να βρουν εφαρμογή το συντομότερο, με παράλληλη φυσικά μέριμνα για μείωση της σπατάλης.

*Ο κ. Παναγιώτης Σαμπατακάκης είναι διδάκτορας υδρογεωλόγος και διευθυντής Υδατικών Πόρων και Γεωθερμίας της Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών.

Βιβλιογραφικές αναφορές

  1. Π. Σαμπατακάκης και Μ. Τζίμα (2024), «Προτεινόμενα υδροληπτικά έργα για την επίλυση υδρευτικών προβλημάτων στη νήσο Χίο», Εκθ. Βιβλ. ΕΑΓΜΕ.
  2. Π. Σαμπατακάκης, Μ. Στεφούλη, Α. Φωτιάδης (2014), «Υδρογεωλογικές συνθήκες και τεχνικές προδιαγραφές για την ανόρυξη υδρογεωτρήσεων αφαλάτωσης στον Δήμο Αγκιστρίου Αττικής, Εκθ. Βιβλ. ΕΑΓΜΕ.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ