Το Ινστιτούτο Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) πραγματοποίησε έρευνα για την οικονομική κατάσταση που αντιμετωπίζουν τόσο οι μικρές όσο και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με τα αποτελέσματα να παρουσιάζουν ενδιαφέρον και ταυτόχρονα να προκαλούν ανησυχία.
Του κ. Λεωνίδα Βατικιώτη*
Τα συμπεράσματα από την εξαμηνιαία έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ είναι αντιφατικά αλλά καθόλου αισιόδοξα, διότι αντικατοπτρίζουν μια κατάσταση στασιμότητας που πλήττει εκατοντάδες χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους.
Το σημαντικότερο εύρημα αφορά την υποχώρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος το πρώτο εξάμηνο του 2024 κατά 14,3 μονάδες σε σχέση με τον αντίστοιχο δείκτη του προηγούμενου εξαμήνου (49,6 από 63,9 το δεύτερο εξάμηνο του 2023). Η μείωση είναι ασυνήθιστα μεγάλη και υποδηλώνει την αβεβαιότητα που κυριαρχεί λόγω της επίμονης πληθωριστικής κρίσης.
Ο πληθωρισμός, αντίθετα με τις διαβεβαιώσεις ότι θα αποτελούσε ένα στιγμιαίο φαινόμενο και θα υποχωρούσε, έχει αποδειχθεί ένας εξαιρετικά ανθεκτικός παράγοντας που επηρεάζει την οικονομία. Βάσει στοιχείων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ακόμη και το μήνα Νοέμβριο του 2024, σε σύγκριση με το Νοέμβριο του 2023, αυξήθηκε κατά 2,4%.
Εξετάζοντας την πορεία του δείκτη τιμών παρατηρούμε ότι οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν σε ένδυση και υπόδηση (7,2%), σε ξενοδοχεία, καφέ και εστιατόρια (6%), καθώς και στην υγεία (3,6%). Οι ανατιμήσεις αυτές, αποτέλεσμα κυρίως της ανόδου του κόστους των πρώτων και ενδιάμεσων υλών, συρρικνώνουν τα εισοδήματα και αναπαράγουν νέους πληθωριστικούς κύκλους. Ο πολλαπλά επιβλαβής πληθωριστικός κύκλος θα μπορούσε να είχε εκτονωθεί αν μειωνόντουσαν έγκαιρα οι κρατικοί φόροι (π.χ. στα καύσιμα).
Καθόλου τυχαίο δεν είναι το εύρημα ότι το 90% των επιχειρήσεων δήλωσαν πώς το κόστος τους αυξήθηκε τα δύο τελευταία έτη κατά 37%. Είναι μια αύξηση ανώτερη του πληθωρισμού, που δείχνει ότι η εξέλιξη του γενικού δείκτη τιμών δεν εκφράζει πλήρως την πορεία των τιμών στο κόστος λειτουργίας των μικρομεσαίων. Η πραγματικότητα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι χειρότερη από αυτή που αναπαριστά ο δείκτης.
Επιδείνωση εμφάνισε και ο δείκτης προσδοκιών, που υποχώρησε κατά 8,9 μονάδες, στις 55 μονάδες. Ο κύκλος εργασιών των μισών σχεδόν επιχειρήσεων (46%) εμφάνισε μείωση, ενώ αύξηση παρουσίασε ο κύκλος εργασιών μόλις του 20%.
Εντύπωση προκαλεί η θετική σχέση του κύκλου εργασιών με το μέγεθος των επιχειρήσεων. Με άλλα λόγια, όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος μιας επιχείρησης, τόσο καλύτερες είναι και οι επιδόσεις στο κριτήριο του κύκλου εργασιών.
Πιο συγκεκριμένα, το 48% των επιχειρήσεων με προσωπικό άνω των 10 ατόμων δήλωσε υψηλότερο κύκλο εργασιών, ενώ στις επιχειρήσεις με 1 ως 9 εργαζόμενους καταγράφτηκε αύξηση της τάξης του 23%. Ακόμη μικρότερη, μόλις 10%, ήταν η αύξηση του κύκλου εργασιών για επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό. Η απόκλιση στις επιδόσεις μικρών, μεσαίων κα μεγάλων επιχειρήσεων προοιωνίζει περαιτέρω πόλωση στο εσωτερικό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Ανάλογη εικόνα εμφανίζεται και στα αποτελέσματα χρήσης. Το 51% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είχε κέρδη, ενώ το 21% δήλωσε ζημιές. Στις ατομικές όμως επιχειρήσεις μόνο μία στις δύο έκλεισε με κέρδη, κάτι που σημαίνει ότι οι μισές ατομικές επιχειρήσεις κλήθηκαν να πληρώσουν αυξημένο φόρο για το 2023, επειδή η φορολογία τους πλέον υπολογίζεται με τεκμαρτό τρόπο.
Τα εκκαθαριστικά που έφτασαν στους φορολογούμενους διέψευσαν καθησυχαστικές δηλώσεις που ακούγαμε την περίοδο ψήφισης του νομοσχεδίου, βάσει των οποίων ο επιπλέον φόρος θα ήταν λίγο – πολύ 1.000 ευρώ. Τα εκκαθαριστικά ήταν πολύ μεγαλύτερα, επιβεβαιώνοντας τις αρχικές εκτιμήσεις ότι τα τεκμήρια θα φτωχοποιήσουν χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους.
Αποτέλεσμα της ανόδου των τιμών από την μια και των φόρων από την άλλη είναι η συρρίκνωση των ταμειακών διαθεσίμων. Το πρώτο εξάμηνο του 2024, το 56% των επιχειρήσεων κατέγραψε μείωση ρευστότητας. Δεδομένου ότι το 30% των επιχειρήσεων δεν έχει καθόλου ρευστότητα και το 22% έχει το πολύ για ένα μήνα, συνάγεται ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα ταμειακών διαθεσίμων.
Στην αντίπερα όχθη, των θετικών ευρημάτων, συγκαταλέγεται η συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης και των επενδύσεων, μια και το 34% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων προχώρησε σε κάποιο είδος επένδυσης το πρώτο εξάμηνο του 2024.
*Ο κ. Λεωνίδας Βατικιώτης είναι επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ).